Αξίες μεταξύ δάσκαλου και μαθητή - Μέρος A


Από το 2005 που εξασκούμαι στην πειθαρχία της yoga, έχω βιώσει και θα συνεχίσω να βιώνω αναρίθμητες εκλάμψεις[1], οι οποίες διαπερνούν το μονοδιάστατο σωματικό επίπεδο. Οι εκλάμψεις αυτές, στην αρχή ως μικρές συνειδητοποιήσεις, και αργότερα ως αλυσιδωτές αλλαγές, ανήγαγαν τις μαθησιακές μου ικανότητες, την απόκτηση νέων δεξιοτήτων, την αποτελεσματική οργάνωση του χρόνου μου, την συγκέντρωση συνολικά στην καθημερινότητα μου, μέχρι την συνειδητοποίηση εννοιών που εώς τότε ήταν συγκεχυμένες στο μυαλό μου. Μια από αυτές τις έννοιες ήταν η ανάληψη ευθύνης του εαυτού μου και των πράξεων του. Μολονότι οι γονείς μου είχαν αναφερθεί στην σημασία και στην αναγκαιότητα της, παραταύτα είχε παραμείνει σε φιλοσοφικό επίπεδο, και η έλλειψη ανάληψης της ήταν ευκολότερα αναγνωρίσιμη στους συνανθρώπους μου παρά στον ίδιο μου τον εαυτό. Ακόμα και όταν συνέβαινε ένα ασήμαντο γεγονός, η έννοια εξανεμίζονταν, και οι σκέψεις κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι είχα μεν μερίδιο, αλλά στην έκβαση συνέβαλε και κάτι ακόμα που δεν όριζα. Αυτή την μπερδεμένη πεποίθηση, ερχόταν να ενδυναμώσει μια άλλη ορθή, ότι πάντα έχουν μερίδιο ευθύνης και οι δύο, η οποία υπό το πρίσμα που την εξετάζεις, μπορεί είτε να βοηθήσει την κατάσταση, είτε να την επιδεινώσει. Επίσης ισχύει μόνο για την περίπτωση που οι εμπλεκόμενοι είναι εκατέρωθεν άνθρωποι. Δεν θα μπορούσαμε να επιρρίψουμε ευθύνες σε κλιματολογικές συνθήκες, βροχή για παράδειγμα, επειδή αργήσαμε στο ραντεβού μας. Η πρόταση “με καθυστέρησε η κίνηση λόγω της βροχής, για αυτό έχασα την αρχή του μαθήματος” δεν μπορεί να ισχύει παρά μόνο στην περίπτωση ενός ανηλίκου που εξαρτάται από τους γονείς του. Γνωρίζουμε ότι όταν βρέχει δημιουργούνται καθυστερήσεις, άρα φροντίζουμε να ξεκινήσουμε όσο νωρίτερα χρειάζεται. Δικαιολογίες που επιρρίπτουν ευθύνες σε κάτι πέραν του εαυτού μας αποκαλύπτουν μια γενικότερη αποφυγή καταστάσεων που ενδεχομένως να επιφέρουν πόνο, είτε σωματικό είτε πνευματικό, υπό την μορφή προσπάθειας. Μήπως η αναβλητικότητα προκύπτει κατά κύριο λόγο σε κοπιαστικές δραστηριότητες, που συνεχώς ψάχνω δικαιολογίες να ακυρώσω και όχι σε αντίστοιχα ευχάριστες;
Στην περίπτωση που οι εμπλεκόμενοι ήταν άνθρωποι, η ιδέα “φταίνε και οι δύο” θα μπορούσε εύκολα να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός, αναλαμβάνοντας μόνο το μισό της όλης κατάστασης, μιας και το υπόλοιπο μισό βάραινε τον άλλον άνθρωπο, κάτι απόλυτα λογικό. Ωστόσο αυτό το μισό, που βρίσκει εφαρμογή μεταξύ δύο ατόμων, μόλις αναχθεί σε ατομικό επίπεδο, μετατρέπεται εκατέρωθεν σε ολόκληρο! Με άλλα λόγια, η αντίδραση
"Η αναγωγή σε ατομικό επίπεδο είναι απαραίτητη διαδικασία, αν πραγματικά θέλουμε να κατανοήσουμε και να επιλύσουμε το γεγονός, ώστε να μην υποπέσουμε μελλοντικά στην ίδια αστοχία"
μας σε ένα ερέθισμα, είναι εξ ολοκλήρου δική μας ευθύνη, και δεν πρέπει να προσπαθούμε να την ελαφρύνουμε, ψάχνοντας λόγους στην συμπεριφορά του άλλου που μας ώθησαν σε αυτή την αντίδραση. Η αναγωγή σε ατομικό επίπεδο είναι απαραίτητη διαδικασία, αν πραγματικά θέλουμε να κατανοήσουμε και να επιλύσουμε το γεγονός, ώστε να μην υποπέσουμε μελλοντικά στην ίδια αστοχία. Αναλύοντας και αξιολογώντας την συμπεριφορά μας, μπορούμε να την μεταβάλουμε ώστε την επόμενη φορά που θα βρεθούμε σε μια παρόμοια κατάσταση, να συνεισφέρουμε το πραγματικό εκατό τις εκατό μας, που στο ζεύγος των εμπλεκομένων μεταφράζεται ως το μισό για τον καθένα. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει σε σχήματα άνω των δύο· το εκατό τις εκατό ενός παίκτη καλαθοσφαίρισης, μεταφράζεται στο είκοσι τις εκατό για το σύνολο των πέντε παικτών, από τους οποίους απαρτίζεται η ομάδα.
Οι άνθρωποι διδασκόμαστε από την βιωματική μας εμπειρία. Από την αρχή της ύπαρξης μας ερχόμαστε αντιμέτωποι με δυνάμεις της φύσης και αντιμετωπίζοντας κάθε είδους αντιξοότητα, αποτυγχάνουμε, δοκιμάζουμε ξανά, συγκρουόμαστε, ώστε τελικά να καταλήξουμε στην βέλτιστη δυνατή μεθοδολογία, που θα οφελήσει το σύνολο. Κάποιοι καταγράφοντας και παρατηρώντας αυτές τις βιωματικές εμπειρίες, κατέληγαν σε συμπεράσματα που βοηθούσαν την συνολική ύπαρξη. Αυτό γίνονταν αντιληπτό στο εγγύς περιβάλλον από τους υπόλοιπους, και ο μύστης αποτελούσε πόλο έλξης ώστε να μεταδώσει αυτή τη γνώση.
Στην περίπτωση της πειθαρχίας της yoga, η βιωματική εμπειρία των asanas διαμέσου του σώματος, μετατρέπεται στο αντίστοιχο εργαλείο για την αυτογνωσία του ασκούμενου. Συνεπώς ο δάσκαλος που προπορεύεται, οφείλει να έχει επίγνωση της δικής του κατάστασης, διότι εξασκεί πρώτος το γνώθι σαυτόν. Αυτή η αρχική πρωτοπορία δεν του δίνει κανένα προνόμιο ανωτερότητας έναντι των μαθητών του, παρά μόνο εξυπηρετεί τον καθεαυτό σκοπό της διδασκαλίας· χρειάζεται να γνωρίζεις κάτι αρκετά καλά, να έχεις πλεόνασμα από αυτό, ώστε να σου δημιουργηθεί η ανάγκη να το μεταδώσεις. “Ο έχων δύο χιτώνας μεταδότω τω μη έχοντι”[2]. Αλλά δεν φτάνει μόνο να γνωρίζεις παραπάνω, αλλά να συνεχίζεις να μαθαίνεις ώστε να διατηρείς αυτό το πλεόνασμα σταθερό σε σχέση με τους εξελισσόμενος μαθητές σου. Στην πραγματικότητα το αγγλικό ρήμα know, προέρχεται από το ελληνικό γνώση (gnosis), που με την σειρά του προέρχεται από την σανσκριτική ρίζα jna. Μόλις εξετάσουμε μια μια τις διαφορετικές ετυμολογίες που έχει αυτή η ρίζα, ανακαλύπτουμε ότι ο δάσκαλος βιώνει, ψάχνει, διαβάζει, ερευνά, αντιλαμβάνεται, αναγνωρίζει, κατανοεί, κατέχει και εν συνεχεία μοιράζεται, δηλαδή μεταδίδει. Είναι αδύνατο να μεταδώσεις κάτι με κάποια σχετική ορθότητα από την στιγμή που δεν το βιώνεις.
Η ευθύνη του δασκάλου προς τους μαθητές του έχει μεγάλη βαρύτητα και συναντάται σε πολλαπλά επίπεδα. Κοινός παρανομαστής είναι το πρότυπο που αποτελεί για αυτούς. Κάθε κίνηση, κάθε λέξη, κάθε δράση του συνεχώς παρατηρείται και καταγράφεται από τους μαθητές του, οι οποίοι υποσυνείδητα τον αξιολογούν καθημερινά· αν αξίζει να έχει αυτήν την θέση του δασκάλου για εκείνους. Οι μαθητές, όπως και τα παιδιά, είναι αυστηροί κριτές σε ότι αφορά το “διδάσκω δια μέσω του παραδείγματος μου”, εξού και η φράση “δάσκαλε που δίδασκες και λόγο δεν εκράτεις”. Η μεγαλύτερη απαξίωση που μπορεί να βιώσει ένας δάσκαλος είναι όταν δεν εφαρμόζει πρώτα ο ίδιος αυτά που διδάσκει και αξιώνει από τους μαθητές του.
Ταυτόχρονα όμως και οι μαθητές χρειάζονται την έγκριση του δασκάλου για να μαθητεύσουν δίπλα του. Αυτό ακούγεται περίεργο σε μια εποχή που έχουμε υποβαθμίσει το λειτούργημα του δασκάλου, ως μια συναλλαγή πελατών και επιχειρηματία, στην περίπτωση ιδιωτικής σχολής, ή ως μιας διεκπεραιωτικής εργασίας μεταξύ υπαλλήλων και φορολογούμενων γονέων που έχουν άποψη, στην περίπτωση του δημόσιου σχολείου. Παραδοσιακά, μόλις μερικές δεκατίες πίσω, ιδιαίτερα οι δάσκαλοι του συστήματος της yoga, δεν έδιναν καμία σημασία στον μαθητή για μεγάλο χρονικό διάστημα, ωσότου να καταλάβουν τη θέληση και αφοσίωση του. Όταν έκριναν ότι είναι έτοιμος, μέσω ενός παλαιότερου μαθητή ενημέρωναν ότι δέχονται να τον διδάξουν. Η αμοιβή για το μάθημα γίνονταν με τα χέρια του μαθητή να βρίσκονται κάτω από τα χέρια του δασκάλου κατά την πληρωμή, ώστε η κίνηση να παραπέμπει σε προσφορά, και όχι σε εξαγορά από τον μαθητή. Οι οδηγίες λέγονταν ελάχιστες φορές και ο μαθητής ήταν υπεύθυνος να τις συγκρατήσει, χωρίς να έχει γνώμη πάνω σε αυτές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τελευταίος ήθελε να μαθητεύσει δίπλα στον δάσκαλο, και όχι το ανάποδο! Σε αυτήν την απαξίωση αποφασιστικό ρόλο έπαιξε η στάση των νέων γενεών δασκάλων. Καθώς το λειτούργημα μετατρέπονταν σε επάγγελμα, η είσοδος εμπορικών συναλλαγών ήταν αναπόφευκτη. Οι συμβιβασμοί στις επιθυμίες των μαθητών, ώστε να μην τους χάσουν από πελάτες, κυριολεκτικά κατέστρεψαν το ουσιαστικό νόημα διδασκαλίας και μαθητείας, υποβαθμίζοντας ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτό είναι εις βάρος των μαθητών, που όσο περνούν τα χρόνια, τόσα λιγότερα μαθαίνουν, τόσες λιγότερες ευθύνες αναλαμβάνουν, και πορεύονται με μια πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι εναντίον τους!
Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι και στις δύο πλευρές είναι αναγκαίο να προϋπάρχουν κάποιες κοινές βασικές αξίες ώστε να ευοδώσει η σχέση, οι οποίες ενώ μεταφράζονται ελαφρώς διαφορετικά εκατέρωθεν, δεν παύουν να πηγάζουν από την ίδια ουσία. Αυτές οι βασικές αξίες που πλαισιώνονται από κάποιες ακόμα, αποκτούν την πλήρη δυναμική τους και συντελούν στην δημιουργία υγειών σχέσεων πέραν αυτής του δασκάλου και μαθητή.
Το αίσθημα της βαθιάς εκτίμησης και θαυμασμού προς κάτι που αναγνωρίζουμε την ιδιαίτερη αξία του, ονομάζεται σεβασμός, ο οποίος είναι λανθασμένα ταυτοποιημένος με τον εκφοβισμό. Ήδη ο ορισμός της αξίας του σεβασμού, μαρτυρά ότι ο μαθητής θα χρειαστεί χρόνο, ώστε αποκτώντας βιωματικές εμπειρίες μέσω της μαθητείας με τον δάσκαλο του, να καλλιεργήσει τον σεβασμό απέναντι του. Χρησιμοποιώ το ρήμα “καλλιεργήσει” και όχι “κερδίσει”, διότι θέλω να τονίσω ότι αυτή η αξία θα προκύψει από την προσπάθεια του μαθητή, για όφελος του ίδιου του μαθητή! Όπως ένας γεωργός, ξεχορταριάζει, οργώνει, σπέρνει, φροντίζει το χωράφι του, ώστε τελικά να απολαύσει τους καρπούς των κόπων του, έτσι και ο μαθητής θα κοπιάσει με τον εαυτό του ωσότου γεννηθεί ο σεβασμός προς τον δάσκαλο του. Δεν θα κερδίσει ο δάσκαλος τον σεβασμό του μαθητή, θα εκδηλωθεί από μόνος του. Το κερδίζω εμπεριέχει μια συναλλαγή, η οποία αλλοιώνει την μεταξύ τους σχέση μιας και οι εμπλεκόμενοι μετατρέπονται εκατέρωθεν σε γητευτές, με στόχο το διαφορετικό μεν, αλλά προσωπικό όφελος δε. Το κερδίζω δίνει χώρο ώστε ο σεβασμός να δηλητηριαστεί με τον εκφοβισμό, από την στιγμή που εισαγάγει την ενδεχόμενη απώλεια, από κάποιο λάθος, αυτού που κέρδισες. Ο φόβος στερεί την ελευθερία λόγου καθιστώντας εκ περιτροπής τη σχέση εκβιαστική από τα μέλη της. Ο καθένας έχει υπό την κατοχή του ένα μοχλό πίεσης ώστε να πετύχει τις προσωπικές ορέξεις του. Επιπλέον, το κερδίζω παραπέμπει και στην ιδέα ότι ένας εκ των δύο, ή και οι δύο πρέπει να αποδείξουν την αξία τους. Αυτό δημιουργεί μια τεταμένη κατάσταση, στην οποία κάθε κίνηση αξιολογείται, οδηγώντας σε υπερβολικό άγχος. Ως αποτέλεσμα η σχέση πνίγεται και είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Ο δάσκαλος επικοινωνεί με τον μαθητή του, δημιουργώντας το κατάλληλο έδαφος να εκφράσει και εκείνος με την σειρά του τις ανάγκες και απορίες του. Όταν οι ανάγκες δεν αποσκοπούν στην αλλοίωση της διδασκαλίας και του συστήματος, ο δάσκαλος οφείλει να σεβαστεί τις επιθυμίες του μαθητή, εκφράζοντας ειλικρινώς την δική του άποψη, η οποία λόγω της εμπειρίας του, προάγει την μαθητεία. Η ειλικρινής επικοινωνία πέραν της συμβολής της σε θέματα διδασκαλίας, είναι και μια πολύ σημαντική παράμετρος για την άνθιση του σεβασμού στη μεταξύ τους σχέση. Λόγω της φύσεως του συστήματος, τα φυσικά σώματα δασκάλου και μαθητή έρχονται συνεχώς κοντά. Η συναίνεση του μαθητή σε συνδυασμό με την ξεκάθαρη στάση του δασκάλου θα βοηθήσουν περαιτέρω στην καλλιέργεια του αμοιβαίου σεβασμού, και μιας σχέσης με σαφή όρια. Αυτή η ξεκάθαρη προσέγγιση πρέπει να υιοθετείται και από τις δύο πλευρές, ώστε να αποτρέπει τυχόν παρεκκλίσεις, από τις οποίες ταλανίζεται η ανθρώπινη ύπαρξη. Μια υπενθύμιση την κατάλληλη στιγμή, έρχεται να ενισχύσει και να διασφαλίσει την πολύτιμη και αγνή σχέση δασκάλου και μαθητή. Το γεγονός ότι μια εκ των δύο πλευρών είχε μια στιγμή αδυναμίας, δεν συνεπάγεται ότι δικαιολογεί μια συμφεροντολογική στάση από την άλλη πλευρά. Σαφώς δεν αναφέρομαι σε περιπτώσεις αμοιβαίας έλξης που κατέληξαν σε μια μακροχρόνια σχέση, αλλά σε αυτές που το σύστημα της yoga χρησιμοποιείται ως κέντρο διαλογής ανθρώπων προς τέρψη των αισθήσεων.
Η σχέση δασκάλου και μαθητή χρειάζεται να διακατέχεται από μια ειλικρινή επικοινωνία σε όλα τα επίπεδα της, από την καθαυτή διδασκαλία, την μεταξύ τους επαφή, μέχρι και θέματα οικονομικής φύσεως και λειτουργίας της σχολής. Η αλληλεπίδραση των ανθρώπων δημιουργεί πολλές φορές ερωτηματικά λόγω της διαφορετικότητας στην σκέψη τους· ερωτηματικά που όταν δεν επικοινωνούνται γεννούν αναληθή συμπεράσματα, που καθώς συσσωρεύονται απομακρύνουν περαιτέρω τους συσχετιζόμενους. Αυτή η απομάκρυνση κλονίζει ακόμα περισσότερο την επικοινωνία, και η σχέση σταδιακά δηλητηριάζεται. Όταν τα συσωρευμένα συμπεράσματα φτάσουν στο σημείο να απεικονίσουν έναν εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα στους δύο ανθρώπους, η διάλυση της σχέσης μοιάζει ως η μοναδική επιλογή, ευνοώντας την καταστροφή και εξοστρακίζοντας την πρόοδο. Βέβαια είναι απόλυτα κατανοητό ότι η καταστροφή είναι πολύ πιο ελκυστική από την διατήρηση και εξέλιξη οποιασδήποτε κατάστασης, διότι στερείται κοινής προσπάθειας, υπομονής και κατανόησης.
Η υπομονή αποτελεί και αυτή έναν από τους βασικούς πυλώνες για μια σχέση, και είναι άμεσα συνδεδεμένη με την κατανόηση. Σε ένα κόσμο που συνεχώς κινείται ολοένα και πιο γρήγορα, μπορεί να ακούγεται ξένη έννοια, παρόλα αυτά στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης παίζει δραματικό ρόλο. Η υπομονή συνδέεται άμεσα με την ικανότητα του ατόμου να καθυστερεί την επιβράβευση προς τον εαυτό του. Ως οντότητες θέτουμε στόχους που όταν τους πετύχουμε αισθανόμαστε ικανοποίηση, η οποία ενδυναμώνεται όταν η επιτυχία συνοδεύεται και από μια εξωτερική υλική επιβράβευση, υπό την μορφή δώρου. Βασικός νευροδιαβιβαστής για αυτή την λειτουργία είναι η ντοπαμίνη, της οποίας ο ρόλος είναι να σηματοδοτεί την επιθυμία ή την αποστροφή ενός αποτελέσματος, που με την σειρά του ωθεί το άτομο στην επιδίωξη ή στην εγκατάλειψη αυτού του στόχου, που θα δώσει το εκάστοτε αποτέλεσμα. Ο νευροδιαβιβαστής αυτός ενεργοποιείται επίσης με την κατανάλωση φαγητού, ποτού, τσιγάρου και άλλων ουσιών ή ακόμα και με την αποδοχή των φίλων μας με ένα like στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις η επιβεβαίωση έρχεται στιγμιαία, χωρίς κανένα κόπο ταυτοχρόνως με την απουσία ουσιαστικής αξίας για αυτή την επιβράβευση. Όταν εν αγνοία μας ενεργοποιούμε αυτόν τον μηχανισμό, για παράδειγμα ανεβάζοντας μια φωτογραφία μας με μαγιό, ώστε να νιώσουμε άμεση ικανοποίηση από τα likes που θα πάρουμε, ταυτοποιούμε την επιβράβευση με κάτι υπερβολικά εύκολο και συνάμα ανούσιο. Την στιγμή που θα έρθουμε αντιμέτωποι με πραγματικές προκλήσεις, αδυνατώντας να δώσουμε άμεση και γρήγορη λύση θα απογοητευθούμε από την αποτυχία μας, με αποτέλεσμα να παραιτηθούμε από ότι μας δυσκολεύει! Η παραίτηση σταδιακά θα μετατραπεί σε αποστροφή κάθε κατάστασης που η προσπάθεια είναι αναγκαία, κατατάσοντας ολοένα και περισσότερες δραστηριότητες σε κοπιαστικές και κατά συνέπεια δύσκολες. Όμως οι σημαντικότερες και πιο ουσιαστικές έννοιες που ολοκληρώνουν την ανθρώπινη ύπαρξη είναι κοπιαστικές και εξαιρετικά δύσκολες. Η προσωπική καλλιέργεια, η καλή υγεία, η ουσιαστική πρόοδος στην εργασία μας, είναι μερικές από τις πολλές προκλήσεις που χρειάζονται υπομονή και συνεχή προσπάθεια ώστε να ευοδώσουν. Οι ανθρώπινες σχέσεις δεν αποτελούν εξαίρεση· ο δάσκαλος και ο μαθητής θα χρειαστεί να επιστρατεύσουν τεράστια αποθέματα υπομονής και κατανόησης ο ένας για τον άλλον. Σε αντίθεση με την ταχύτητα και την άμεση ικανοποίηση, σε αυτήν την περίπτωση θα προσπαθήσουμε και θα αποτύχουμε πολλές φορές ωσότου πάρουμε το αποτέλεσμα που επιθυμούμε, που ακόμα και όταν αυτό συμβεί θα είναι πάλι προσωρινό εν όψει νέων δυσκολιών.
Η έλλειψη υπομονής έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, κάνοντας καθετί να μοιάζει μαρτύριο. Οδηγοί ξεφυσούν στα φανάρια για τα δευτερόλεπτα που περιμένουν, επιβάτες κινούν ανυπόμονα τα πόδια τους σε σταθμούς τρένου, αναμένοντας τον συρμό για τρία ολόκληρα λεπτά, πελάτες εκνευρίζονται που έχει κόσμο στα ταμεία του σουπερμάρκετ, παιδιά δυσανασχετούν που θα κάτσουν πενήντα λεπτά στο θρανίο τους για μάθημα, ενήλικες θεωρούν την σύνδεση τους στο διαδύκτιο αργή και ότι η παραγγελία φαγητού θα χρειαστεί τριάντα ολόκληρα λεπτά για να παραδοθεί στην πόρτα τους! Ακόμα και σε ηλεκτρονικά άρθρα, υπάρχει μια τάση που σταδιακά εδραιώνεται, να είναι μικρά γιατί αλλιώς δεν θα διαβαστούν! Θυμάμαι χαρακτηριστικά, τον λόγο που ένα ηλεκτρονικό περιοδικό για yoga, μου έκοψε ένα άρτια τεκμηριωμένο άρθρο, επειδή ήταν μεγάλου μεγέθους. Η αντιπρόταση τους ήταν να το μετατρέψω υπό την μορφή αριθμημένων προτάσεων, ώστε οι αναγνώστες να το διαβάσουν εύκολα και γρήγορα! Αυτό όχι μόνο παίρνει ως δεδομένο ότι η καλλιέργεια των αναγνωστών είναι τόσο χαμηλή που δεν είναι ικανοί να διαβάσουν τίποτα παραπάνω από άρθρα γραμμένα ως συνταγές φαγητού, αλλά ότι έχουν τόσο λίγο χρόνο που δεν μπορούν να δαπανήσουν κάποια παραπάνω λεπτά ώστε να διαβάσουν κάτι που θεωρητικά τους ενδιαφέρει! Η άσκοπη ηλεκτρονική περιπλάνηση σε ανούσια “νέα” φίλων μπορεί να εξοικονομήσει ώρες στην καθημερινότητα, αλλά αρεσκόμαστε να εστιάζουμε αν το άρθρο είναι πέντε ή δέκα λεπτών διαβάσματος! Ζούμε και ενισχύουμε μια εποχή που όλοι θέλουμε να κάνουμε το επόμενο, αλλά μόλις έρθει το επόμενο, βαριόμαστε και θέλουμε το αμέσως επόμενο. Όλοι θέλουμε να πάμε κάπου, να βρεθούμε γρήγορα στην επόμενη τοποθεσία, αλλά μόλις φτάσουμε θέλουμε να φύγουμε, και να πάμε σε μια άλλη τοποθεσία, κυριολεκτικά να είμαστε παντού και πουθενά, να ασχοληθούμε με όλες τις δραστηριότητες αλλά με καμία δραστηριότητα, να αποκτήσουμε όλη την γνώση αλλά τελικά καμία γνώση!
Η υπομονή πηγάζει και διδάσκεται από την πλευρά του δασκάλου, ο οποίος την έχει βιώσει πρώτος στην δική του πρακτική και μαθητεία. Η διδασκαλία θα πρέπει να ενδυναμώνει μια κουλτούρα μακροχρόνιου ταξιδιού, παρά έναν αγώνα δρόμου με σκοπό την απαρίθμηση χειροπιαστών κατακτήσεων. Η επιβράβευση στοχεύοντας στην αφύπνιση εσωτερικών, ουσιαστικών ποιοτήτων, όπως επιμονή, προσήλωση, αποφασιστικότητα οι οποίες κερδίζονται αργά με σταθερή προσπάθεια, προτρέπουν τον μαθητή να αποφύγει συνήθειες που ενισχύουν την βιαστική του φύση για άμεση ικανοποίηση. Η κατανόηση από πλευράς του μαθητή, ότι η μεθοδολογία του δασκάλου εξυπηρετεί κάποιον σκοπό την δεδομένη στιγμή, που ενδεχομένως να μην του γίνεται άμεσα αντιληπτός, θα τον βοηθήσει να κυριαρχήσει στα συναισθήματα και στις ορέξεις του. Κλείνοντας η υπομονή δεν πρέπει να συγχέεται με την ανοχή ανάρμοστων συμπεριφορών, εκατέρωθεν. Όπως αναλύσαμε και παραπάνω, μια ειλικρινής επικοινωνία θα θέσει σαφή όρια για τις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα και τον ρόλο που έχουν, σε αυτή την από κοινού συναινετική σχέση.

δημήτρης